O Homo sapiens δεν έχει πλέον το μονοπώλιο των δικαιωμάτων

Το πανεπιστήμιο της Λιμόζ, όπως και τα πανεπιστήμια της Βασιλείας ή της Βαρκελώνης, χορηγεί πλέον πτυχία Δικαίου των Ζώων. Ο δυναμισμός αυτού του κλάδου σπουδών μαρτυρεί τον ολοένα αυξανόμενο θεσμικό χαρακτήρα που αποκτά το ζήτημα της προστασίας των ζώων, κυρίως στις πλούσιες χώρες.

Ποιος θα πάρει τον σκύλο σε περίπτωση διαζυγίου; Πώς αξιολογούνται οι ζημίες που προκάλεσε μια περιπλανώμενη έξω από το βουστάσιό της αγελάδα; Τι ισχύει στην περίπτωση όπου παραβιάζονται οι διατάξεις περί προστατευόμενων ειδών; Στη Γαλλία, όλα αυτά τα ζητήματα –και πλήθος άλλων– διέπονται από διάφορες διατάξεις που βρίσκονται διάσπαρτες στους επτά Κώδικες του γαλλικού δικαίου (Αστικό, Ποινικό, Περιβαλλοντικό, Αγροτικό Κώδικα…) και εκ των πραγμάτων συνιστούν το δίκαιο των ζώων. Απέναντι σε αυτή τη διάχυση των νομοθετικών διατάξεων, έχει αρχίσει να συγκροτείται ένα «ζωικό δίκαιο», που αποσκοπεί στη δημιουργία ενός συνεκτικού σώματος νομικών κανόνων (1). Δεν πρόκειται μονάχα για πρακτικό στόχο. Σηματοδοτεί όχι μόνον την επιθυμία να ενισχυθεί η προστασία των ζώων, αλλά και τη σταδιακή εμφάνιση μιας διαφορετικής αντίληψης για τη φύση τους.

Το ζήτημα των ανθρώπινων υποχρεώσεων απέναντι στα ζώα άρχισε να αποκτά θεωρητική υπόσταση από την εποχή του Διαφωτισμού. Βεβαίως, ως απόδειξη ότι το ζήτημα ετίθετο ανέκαθεν, συχνά παρατίθεται ένα μεμονωμένο απόσπασμα του φιλόσοφου Θεόφραστου, μαθητή του Αριστοτέλη, ο οποίος τον 4ο π.Χ. αιώνα διακήρυσσε ότι ο Άνθρωπος και τα υπόλοιπα είδη ζώων έχουν την ίδια «ψυχή», αποτελούμενη από ένα μείγμα λογικής, επιθετικότητας και επιθυμίας.

Παρομοίως, υπενθυμίζεται τακτικά (κυρίως από όσους αντιτίθενται στις ταυρομαχίες) η παπική βούλα De salutegregis dominici της 1ης Νοεμβρίου 1567: ο πάπας Πίος Ε΄ απειλεί με αφορισμό όσους συμμετέχουν σε «σε θεάματα όπου ταύροι και άγρια ζώα καταδιώκονται μέσα στην αρένα», καθώς τα θεωρεί «αντίθετα με τη χριστιανική ευλάβεια και το χριστιανικό έλεος». Ο πάπας θέτει αυτό το πρώτο όριο στη δημόσια βάναυση μεταχείριση των ζώων στο όνομα της αγάπης προς τον Θεό και προς τα πλάσματά του. Από την πλευρά τους, οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού θέτουν το ζήτημα της θέσης των ζώων σε σχέση με τον άνθρωπο.

Έτσι, ο Ζαν Ζακ Ρουσώ, στον πρόλογο της Πραγματείας περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων (1755), επιβεβαιώνει ότι,

«δεδομένου ότι διαθέτουν κάτι από τη φύση μας, λόγω της ευαισθησίας με την οποία είναι προικισμένα, θεωρούμε ότι και τα ζώα οφείλουν επίσης να συμμετέχουν στο φυσικό δίκαιο, καθώς και ότι ο άνθρωπος υπόκειται απέναντί τους σε κάποιο είδος υποχρέωσης».

Το φυσικό δίκαιο εδώ υποδηλώνει το σύνολο των νόμων που απορρέουν από την ίδια τη φύση ενός όντος, σε αντίθεση με το θετικό δίκαιο που θεσπίζεται από το κράτος. Μερικά χρόνια αργότερα, στην Εισαγωγή στις αρχές της ηθικής και της νομοθεσίας (1789), ο Άγγλος φιλόσοφος Τζέρεμυ Μπένθαμ επεκτείνει αυτόν τον συλλογισμό, θέτοντας ως κριτήριο του δικαιώματος απόκτησης δικαιωμάτων την ικανότητα πόνου, την οποία αναγνωρίζει ότι διαθέτουν τα ζώα (2).

Από το 2015, ο γαλλικός Αστικός Κώδικας αναγνωρίζει το ζώο ως «ον προικισμένο με ευαισθησία»

Θα πρέπει να περιμένουμε τις αρχές του 19ου αιώνα προκειμένου να δούμε τη θέσπιση των πρώτων νόμων για την τιμωρία της βάναυσης μεταχείρισης των ζώων. Το 1822, δύο χρόνια πριν από την ίδρυση στην Αγγλία της Εταιρείας για την Πρόληψη της Σκληρότητας Απέναντι στα Ζώα (Society for Prevention of Cruelty to Animals, SPCA), o Νόμος Μάρτιν απαγόρευε την κακομεταχείριση των ζώων εκτροφής στη Βρετανία. Ακολουθεί η ψήφιση στον γερμανόφωνο κόσμο νόμων ενάντια στα βασανιστήρια ζώων.

Η γαλλική Εταιρεία Προστασίας των Ζώων (SPA) δεν ιδρύθηκε παρά το 1846, λίγο πριν από την ψήφιση του νόμου Γκραμόν της 2ης Ιουλίου 1850, ο οποίος στο ένα και μοναδικό άρθρο του προέβλεπε:

«Τιμωρούνται με πρόστιμο 5 έως 15 φράγκων και δύνανται να τιμωρηθούν με ποινή 1 έως 5 ημερών φυλάκισης όσοι κακομεταχειριστούν δημόσια και καταχρηστικά ένα οικόσιτο ζώο».

Ωστόσο, δεν θα πρέπει να αυταπατώμεθα. Ο συγκεκριμένος νόμος, εμπνεύσεως των αστικών δυνάμεων, ψηφισμένος μετά τις εξεγέρσεις του 1848, αποσκοπούσε κυρίως στον «εξευγενισμό» της συμπεριφοράς ενός πληθυσμού του οποίου τα βίαια ξεσπάσματα φοβούνταν (3).

Γενικότερα, η ευαισθησία που εκφράζεται τον 19ο αιώνα, κυρίως στους πλέον προνομιούχους κύκλους της κοινωνίας (η βασίλισσα Βικτώρια θα υποστηρίξει τη βρετανική SPCA), περιορίζεται απλώς στην απαγόρευση της βάναυσης μεταχείρισης: οι ταυρομαχίες αποτελούν εμβληματική περίπτωση των ορίων που δεν θα πρέπει να ξεπεραστούν, καθώς το άρθρο του ποινικού κώδικα που απαγορεύει τις πράξεις κακομεταχείρισης προβλέπει ότι οι διατάξεις του

«δεν ισχύουν στην περίπτωση των αγώνων ταύρων όταν είναι δυνατόν να αντιταχθεί η επίκληση του επιχειρήματος μιας τοπικής, αδιάλειπτης παράδοσης».

Στο δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, ακολουθώντας το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για το ζήτημα, το σώμα των νομοθετικών κειμένων πυκνώνει και δημιουργεί ένα δίκαιο κατάλληλο για τα ζώα. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Ζώων, η οποία ανακοινώθηκε το 1978 στο Σπίτι της Unesco στο Παρίσι, είναι άμεσα εμπνευσμένη από την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1948 και θέτει αρκετές αρχές:

«Κάθε μορφή ζωής δικαιούται τον σεβασμό», «Εάν η θανάτωση ενός ζώου είναι αναγκαία, οφείλει να πραγματοποιείται στιγμιαία, ανώδυνα και χωρίς να του προκαλεί επιθανάτια αγωνία», «Το ζώο το οποίο βρίσκεται εξαρτημένο από τον άνθρωπο δικαιούται τροφή και προσεκτική περιποίηση»…

Όμως, καθώς το κείμενο στερείται δεσμευτικής νομικής ισχύος, έχει κυρίως συμβολικό χαρακτήρα.

Δεν ισχύει το ίδιο στην περίπτωση της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία υπογράφηκε το 2007 και τέθηκε σε ισχύ το 2009. Σύμφωνα με το άρθρο 13,

«όταν καταστρώνουν και υλοποιούν την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της γεωργίας, της αλιείας, των μεταφορών, της εσωτερικής αγοράς, της τεχνολογικής έρευνας και ανάπτυξης, καθώς και του διαστήματος, η Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την ποιότητα της διαβίωσης των ζώων ως όντων προικισμένων με ευαισθησία».

Συνεπώς, τα κράτη-μέλη οφείλουν να προσαρμόσουν ανάλογα τη νομοθεσία τους.

Στη Γαλλία, παρ’ όλες τις προσαρμογές που επήλθαν κυρίως στον Ποινικό και στον Αγροτικό Κώδικα, έπρεπε να περιμένουμε τον νόμο της 16ης Φεβρουαρίου 2015 για να πάψει ο Αστικός Κώδικας να θεωρεί το ζώο «κινητό αγαθό» και να το αναγνωρίσει ως «ον προικισμένο με ευαισθησία». Όμως, με μια χαρακτηριστικά γαλλική αμφιθυμία, το άγριο ζώο δεν εμπίπτει σε αυτές τις διατάξεις και έτσι είναι πάντοτε δυνατό, σύμφωνα με το άρθρο 426-6 του Περιβαλλοντικού Κώδικα, να συνταχθούν κατάλογοι «επιβλαβών ζώων» που ενδέχεται να εξοντωθούν.

Άλλες χώρες δείχνουν ξεκάθαρα μεγαλύτερη διάθεση να προστατεύσουν τα ζώα. Στη Γερμανία, όπου το Κόμμα Προστασίας Ζώων ιδρύθηκε το 1993, η προστασία των ζώων έχει ενταχθεί στο Σύνταγμα της χώρας από το 2002 ως ένας από τους σκοπούς του κράτους. Όπως και στην Αυστρία, τη Δανία, το Ισραήλ, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γερμανία απαγορεύεται ο εξαναγκασμός της πάπιας και της χήνας σε πάχυνση με στόχο την παραγωγή φουά γκρα από το διογκωμένο συκώτι τους. Απαγορεύεται επίσης η χρησιμοποίηση άγριων ζώων σε τσίρκο, όπως ισχύει σε Βέλγιο, Αυστρία, Ελλάδα, Δανία…

Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Αυστρία, η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, απαγορεύουν την παραγωγή και την πώληση γουναρικών, ενώ άλλες (Νορβηγία, Ολλανδία, Σουηδία) διαθέτουν αστυνομικό σώμα που μεριμνά για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των ζώων. Ωστόσο, η πλέον εντυπωσιακή εξέλιξη ίσως συμβαίνει στην Ελβετία, μια χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι νέοι ελβετικοί κανονισμοί της κτηνιατρικής αστυνομίας σκοπό έχουν τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ζώων: απαγόρευση του ζεματίσματος ζωντανών αστακών, θέσπιση διαδικασιών ευθανασίας, υποχρέωση απόσυρσης από τους αθλητικούς αγώνες των ζώων που καταπονούνται υπερβολικά από τη συμμετοχή τους…

Αν εξαιρέσουμε την περίπτωση της Ινδίας (4), όλη αυτή η πρόοδος αφορά κυρίως τον δυτικό κόσμο. Καταδεικνύει σε πόσο μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον για την αποφυγή της βάναυσης μεταχείρισης των ζώων έχει μετατραπεί σε κοινωνικό φαινόμενο για τις πλούσιες χώρες. Η σταδιακή θεσμοθέτηση του Δικαίου των Ζώων το αποδεικνύει. Το πρώτο πανεπιστημιακό μάθημα αφιερωμένο στα δικαιώματα των ζώων διδάχθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1977, στο Seton Hall University, κατόπιν αιτήματος ενός φοιτητή (5). Έκτοτε, το μάθημα διαδόθηκε σε πολλές σχολές των ΗΠΑ.

Στη Γαλλία, ακολουθώντας το παράδειγμα του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, το πανεπιστήμιο του Στρασβούργου προτείνει από το 2015, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματός του «Ηθική και Κοινωνίες», τις εξειδικεύσεις «Δίκαιο των Ζώων» και «Ηθική μεταχείριση των ζώων». Την επόμενη χρονιά, το πανεπιστήμιο της Λιμόζ δημιούργησε ένα τμήμα Δικαίου των Ζώων στο οποίο μπορούν να εγγραφούν τριτοετείς φοιτητές (6) και άτομα με «ιδιαίτερο ενδιαφέρον και κίνητρα» για το αντικείμενο. Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες αυτών των νέων φοιτητών, και μετά από αίτημα του Ιδρύματος 30 Eκατομμύρια Φίλοι (7), οι εκδόσεις LexisNexis εξέδωσαν τον περασμένο Μάρτιο τον πρώτο Κώδικα των Ζώων, έναν τόμο με περισσότερες από 1.000 σελίδες που συγκεντρώνει όλα τα σχετικά με το ζήτημα νομοθετικά και νομολογιακά κείμενα.

Καλιφόρνια: μπορεί ένας μακάκος να εισπράξει πνευματικά δικαιώματα;

Παράλληλα με την ανάπτυξη αυτού του τομέα του δικαίου, δημιουργήθηκε πλήθος εξειδικευμένων πανεπιστημιακών επιθεωρήσεων. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Journal of Animal Law, υποστηριζόμενο από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, το Stanford Journal of Animal Law and Policy, καθώς και το Animal Law Review (εκδίδεται από το 1994) φανερώνουν τον δυναμισμό του αντικειμένου εντός των πανεπιστημιουπόλεων. Στη Γαλλία, από το 2009, η Revue semestrielle de droit animalier προσπαθεί να «ενώσει τις δυνάμεις των νομικών από όλες τις ακαδημαϊκές ειδικότητες, αλλά και εκείνες των φιλοσόφων και των επιστημόνων», προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι εξελίξεις και τα θεωρητικά διακυβεύματα.

Ένα όνομα επανέρχεται σε ολοένα περισσότερα κείμενα αυτών των επιστημονικών επιθεωρήσεων: Πίτερ Σίνγκερ. Το 1975, αυτός ο Αυστραλός φιλόσοφος, με το έργο του Animal Liberation (8), άνοιξε τον δρόμο για μια νέα συνάρθρωση του δικαίου με την ηθική, επαναβεβαιώνοντας, σε συνέχεια των ιδεών του Μπένθαμ, ότι το κατάλληλο κριτήριο για την ηθική αναγνώριση ενός είδους είναι η ικανότητά του να βιώνει τον πόνο. Εκτιμά συνεπώς ότι οι άνθρωποι έχουν ορισμένες υποχρεώσεις απέναντι στα ζώα, τις οποίες οφείλουν να σέβονται. Κατά τη γνώμη του όμως, η χρησιμοποίηση του λεξιλογίου των δικαιωμάτων αποτελεί απλά μια «πρακτική πολιτική διευκόλυνση» (9): ο ίδιος δεν βασίζει την υπεράσπιση των ζώων πάνω στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους.

Όσο για τον Αμερικανό νομικό Γκάρυ Λ. Φραντσιόνε, υποστηρίζει ότι τα ζώα οφείλουν να αναγνωρίζονται ως πρόσωπα και συνεπώς είναι προικισμένα με νομική προσωπικότητα (10). Προφανώς, το Ανώτατο Δικαστήριο της Καλιφόρνιας δεν πείστηκε περί αυτού, όταν κλήθηκε να ξεδιαλύνει μια πρωτοφανή υπόθεση, μετά από την προσφυγή μιας οργάνωσης για την υπεράσπιση των ζώων: o Ναρούτο, ένας μαύρος μακάκος που είχε αυτοφωτογραφηθεί το 2011 με τη φωτογραφική μηχανή του δημοσιογράφου Ντέιβιντ Σλάτερ, μπορούσε να διεκδικήσει πνευματικά δικαιώματα για το αυτοπορτραίτο του; Μετά από αρκετά έτη δικαστικής διαδικασίας, το δικαστήριο εξέδωσε αρνητική απάντηση τον Απρίλιο του 2017.

Γενικότερα, πλέον τίθεται το ερώτημα του ορθού τρόπου με τον οποίο θα πρέπει να συνδυαστούν τα δικαιώματα όλων των ζωικών ειδών που υπάρχουν στη Γη (των ανθρώπων συμπεριλαμβανομένων) έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συνύπαρξή τους: δεδομένου ότι συγκροτούμε μια «μεικτή κοινότητα» (11) μαζί με τα ζώα, πώς είναι δυνατόν να οργανωθούν οι σχέσεις ανάμεσα στα ανθρώπινα και στα μη ανθρώπινα όντα κατά τρόπο ώστε αυτές να μην αποβαίνουν «αποκλειστικά προς όφελος των πρώτων;»

Συνεπώς, σύμφωνα με την φιλόσοφο Κορίν Πελυσόν, χρειαζόμαστε μια πολιτική θεωρία η οποία να δίνει νόημα στα δικαιώματα των ζώων, με προοπτική την οικοδόμηση μιας δικαιότερης κοινωνίας για όλους. Αυτήν ακριβώς τη συγκεκριμενοποίηση προτείνουν και οι Καναδοί φιλόσοφοι Γουίλ Κυμλίκα και Σου Ντόναλντσον: πεπεισμένοι ότι το δίκαιο των ζώων έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο, ότι δεν προφυλάσσει από τη βάναυση μεταχείριση τα ζώα που εκτρέφονται σε καθεστώς υπερεντατικής βιομηχανικής κτηνοτροφίας και ότι δεν εκφράζει την πραγματικότητα των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους και στα ζώα, προτείνουν να επεκταθεί το μοντέλο της ιδιότητας του πολίτη και στα οικόσιτα ζώα (12).

Το 2015, η Σάντρα, μια θηλυκή ουραγκοτάγκος 29 ετών, αναγνωρίστηκε από ένα δικαστήριο της Αργεντινής ως «μη ανθρώπινο φυσικό πρόσωπο» δικαιούμενο της εφαρμογής των διατάξεων του habea corpus (που απαγορεύει τη φυλάκιση δίχως δίκη): της αναγνωρίστηκε το δικαίωμα στην ελευθερία και, ενώ είχε ζήσει όλη την προηγούμενη ζωή της στην αιχμαλωσία, της επετράπη να εγκαταλείψει τον ζωολογικό κήπο του Μπουένος Άιρες.

Home

Recommended For You