Τα ευτράπελα μιας τελετής και μιας γραμμής (Σιδηρόδρομος Αθηνών – Πειραιώς, 1869)

Του Στέφανου Μίλεση
Στις 27 Φεβρουαρίου 1869 έγινε το πρώτο δρομολόγιο του ατμοκίνητου (ατμήλατου) Σιδηρόδρομου Αθηνών – Πειραιώς. Την εποχή εκείνη κάθε εγκατάσταση, κάθε πραγμάτωση καινοτόμου ιδέας, λάμβανε διαστάσεις εθνικού χαρακτήρα, ειδικά όταν εμφανιζόταν για πρώτη φορά. Και η σιδηροδρομική γραμμή Θησείου – Πειραιώς είχε πανελλήνιο χαρακτήρα. Όμοια συνέβη με το αεριόφως, την ύδρευση ακόμη και με τους ιπποσιδηροδρόμους όταν είχαν εμφανιστεί.
Κάθε τελετή εγκαινίων, αποτέλεσε γεγονός είτε με την λαμπρότητά της, είτε με τα ευτράπελα που συνέβησαν κατά την εξέλιξή της. Έτσι και η τελετή εγκαινίων του ατμοκίνητου σιδηροδρόμου, δεν θα μπορούσε να υστερήσει. Λίγο πριν τα εγκαίνια πολλοί αποκαλούσαν το νέο μέσο μετακίνησης ως “ατμόδρομο” και μέχρι να επικρατήσει η υφιστάμενη σημερινή ονομασία, πέρασε αρκετό διάστημα με διενέξεις ανάμεσα στους φιλόλογους της εποχής.
Η Βασίλισσα των εγκαινίων των μεγάλων έργων, η Βασίλισσα Όλγα ήταν αυτή που εγκαινίασε και το συγκεκριμένο. Κι αυτό καθώς τις ημέρες εκείνες ο Γεώργιος Α΄ απουσίαζε στο εξωτερικό.



Μια “παραξενιά” της ιστορίας, ήθελε τα παλαιότερα χρόνια, την εποχή του Όθωνα και της Αμαλίας, όλα τα σοβαρά νομοθετήματα να τα μελετά ο Όθωνας αλλά στο τέλος να τα υπογράφει η Αμαλία, αφού ήταν γνωστό πως ο Όθωνας, είχε τέτοια εμμονή στις λεπτομέρειες, ώστε οι σύμβουλοι μάζευαν ότι έγγραφα έπρεπε να θέσουν προς υπογραφή και όταν έβρισκαν την ευκαιρία κάποιου ταξιδιού του στο εξωτερικό, τότε μόνο τα πήγαιναν μαζεμένα στην Αμαλία για να τα υπογράψει. Όμοια και με τον Γεώργιο Α΄, τύχαινε όλα τα μεγάλα έργα να θεμελιωθούν ή να εγκαινιασθούν από την Βασίλισσα Όλγα.
Σπάνιο σχέδιο που απεικονίζει την τελετή εγκαινίων του Σταθμού Πελοποννήσου του Πειραιά (Λιμάνι Αλών – 8 Νοεμβρίου 1882). Πρόκειται για τον Σταθμό, δίπλα ακριβώς από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Πειραιώς – Αθηνών.
Η τελετή εγκαινίων του σιδηροδρόμου περιλάμβανε ένα ταξίδι από το Θησείο μέχρι τον Πειραιά. Πιο μακριά από το Θησείο δεν ήταν εύκολο να προχωρήσει η γραμμή, καθώς λόφοι από βράχους υψώνονταν που το τραίνο δεν μπορούσε φυσικά να ανέβει. Αφού τελέστηκε πρώτα η καθιερωμένη δοξολογία, ακολούθησε ένας μακρύς συριγμός από την ατμομηχανή που προκάλεσε αναστάτωση για λίγο στα πλήθη. Αυτό ήταν το σύνθημα για την επιβίβαση στα έξι βαγόνια του συρμού, που εκ των προτέρων είχε κανονιστεί για το ποιοι θα επιβιβαστούν σε αυτά. Κάθε βαγόνι ανάλογα με τη σειρά του, θα είχε ως επιβάτες σημαντικά πρόσωπα, ενώ όσο πιο πίσω ήταν το βαγόνι στην εξάδα, τόσο πιο μικρός θα ήταν και ο βαθμός του επισήμου που θα επιβιβαζόταν.
Έτσι με την λογική αυτή τα δύο πρώτα βαγόνια ήταν για τους υψηλούς επίσημους, που ήταν σύμφωνα με την εθιμοτυπία της εποχής η Βασίλισσα Όλγα που μαζί με την ακολουθία της και τον Πρωθυπουργό Θρασύβουλο Ζαΐμη θα επιβιβάζονταν στο πρώτο βαγόνι. Στο δεύτερο θα επιβιβαζόταν ο Μητροπολίτης και όλο το υπουργικό Συμβούλιο. Στα επόμενα θα επιβιβάζονταν τα μέλη του διπλωματικού σώματος, Ανώτατες στρατιωτικές και δικαστικές αρχές και άλλοι επίσημοι. Τότε λοιπόν έγινε, όπως συνήθως συμβαίνει, ένα επεισόδιο που λίγο έλειψε να προκαλέσει την αναβολή της τελετής εγκαινίων.



Η κόρη το Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Σιδηροδρόμου Αθηνών – Πειραιώς, η κυρία Παχή, πρώην Σκουζέ, εισήλθε άνευ αδείας μαζί με πολλές φίλες της στο δεύτερο βαγόνι αντί κάποιου από τα επόμενα. Η Σκουζέ θεώρησε πως η ιδιότητά της ως κόρη του Προέδρου, της επέτρεπε αυτή την “ασήμαντη” παρασπονδία. Νέα στην ηλικία, όπως και οι φίλες της, μόλις άκουσαν το σφύριγμα – σύνθημα της ατμομηχανής, άρχισαν να τρέχουν προς το δεύτερο βαγόνι. Ο Μητροπολίτης με το υπουργικό συμβούλιο που πήγαιναν με βραδύτητα, κατέληξαν, όταν εισήλθαν στο βαγόνι, να μη βρίσκουν θέση για να κάτσουν. Και τότε εξέφρασαν τη δυσφορία τους προς τον κοσμήτορα της εκδήλωσης, αυτόν δηλαδή που η εταιρεία Σιδηροδρόμων είχε ορίσει ως υπεύθυνο για την τήρηση της τάξης των εγκαινίων, που ήταν ο σύμβουλος του Δ.Σ., Σκαλτσούνης.  Ειδικά ο Μητροπολίτης έθεσε θέμα αποχώρησης.
Ο Σκαλτσούνης, αναγκάστηκε να εισέλθει στο δεύτερο βαγόνι και να ζητήσει  από την κυρία Σκουζέ να σηκωθεί και να μεταβεί σε κάποιο από τα επόμενα βαγόνια.
– Δεν έχω να πάω πουθενά, απάντησε η κυρία Παχή Σκουζέ. Τότε ο Σκαλτσούνης πήγε να συναντήσει τον Πρόεδρο του Δ.Σ. τον Σκουζέ που μόλις το έμαθε ζήτησε από τον Σκαλτσούνη να βγάλει έξω από το βαγόνι την κόρη του όπως – όπως.
Έτσι για δεύτερη φορά ο Σκαλτσούνης πήγε, έχοντας και τη σύμφωνη γνώμη του πατρός Σκουζέ, και λίγο με τις φωνές, λίγο με αγριάδα,  έκανε την κόρη Σκουζέ να εξαναγκαστεί να βγει από το δεύτερο βαγόνι.  Τότε και ενώ όλα φαίνονταν πως θα πήγαιναν καλά, εμφανίστηκε ένας καλοντυμένος νέος και άρχισε να σκαμπιλίζει τον Σκαλτσούνη στο πρόσωπο!
Ήταν ο γιος του Προέδρου Σκουζέ, αδελφός δηλαδή της κυρίας Παχή, ο οποίος εξέλαβε ως προσβολή την “έξωση” της αδελφής του από το βαγόνι των επισήμων, μη γνωρίζοντας φυσικά τη σύμφωνη γνώμη του πατέρα του. Ένας εργάτης της γραμμής, τεραστίων σε όγκο διαστάσεων, γνωρίζοντας την ιδιότητα του Σκαλτσούνη, έσπευσε να τον βοηθήσει,  κυνηγώντας τον αδελφό Σκουζέ πάνω στις γραμμές. Το επεισόδιο έλαβε τέτοιες διαστάσεις, που λύθηκε με παρέμβαση της αστυνομίας και απομάκρυνση όλων των εμπλεκομένων – πλην Σκαλτσούνη- από τον Σταθμό του Θησείου. Τρεις ημέρες αργότερα η σατυρική εφημερίδα  “Βέλος” δημοσίευε τον γνωστό γλωσσοδέτη, που μέχρι σήμερα λέμε:
“Ο Παπάς ο παχύς, έφαγε παχιά φακή
Γιατί Παπά παχύ έφαγες παχιά φακή;”
εννοώντας φυσικά το επεισόδιο μεταξύ του Μητροπολίτη και της κυρίας Παχή.



Εκείνη την ημέρα, των εγκαινίων, η αμαξοστοιχία των επισήμων αναχώρησε με καθυστέρηση. Όλη η διαδρομή αποτέλεσε αντικείμενο παρακολούθησης του διευθυντή αυτής Παρασκευαΐδη. Από την αγωνία του Παρασκευαΐδη να εκτελούνται τα δρομολόγια Θησείου – Πειραιώς στην ώρα τους, κτίσθηκε λίγο αργότερα, πάνω από τη σιδηροδρομική γραμμή ένα πανύψηλο κτήριο στον οποίο εγκαταστάθηκαν τα πρώτα γραφεία της εταιρείας Σιδηροδρόμων Αθηνών – Πειραιώς. Εκεί πέρασε όλη του τη ζωή ο Παρασκευαΐδης και εκεί πέθανε. Κρατούσε διαρκώς ένα ναυτικό τηλεσκόπιο στο χέρι  και έβλεπε προς τον Πειραιά αν ξεκινούσε το τραίνο. Και μόλις  αυτό γινόταν, σήκωνε μια τεράστια πράσινη σημαία στο κτήριο, σημάδι  πως το τραίνο είχε αναχωρήσει από τον Πειραιά και σε κάποια ώρα θα έφτανε στο Θησείο.
Ο Σιδηροδρομικός Πύργος του Παρασκευαΐδη στο Θησείο, από τον οποίο  έβλεπαν με  τηλεσκόπιο, αν το τραίνο έφτανε στον τερματικό του σταθμό που ήταν ο Πειραιάς.
Αυτή η πρώτη γραμμή Πειραιώς – Θησείου ήταν μονή, πλάτους ενός μέτρου, περνούσε και από το Φάληρο (στα ηπειρωτικά του) χωρίς όμως να σταματάει εκεί, αφού στην περιοχή επικρατούσε ερημιά. Στη συνέχεια έστριβε προς βορρά και περνούσε πάνω από τον Ιλισσό, όπου είχε κατασκευαστεί αρχικά μια ξύλινη γέφυρα που είχε θεωρηθεί ως θαύμα  μηχανικής της εποχής.
Τα δρομολόγια είχαν σχεδιαστεί να είναι οκτώ. Αλλά τον χειμώνα μόλις μετά βίας έκανε δύο δρομολόγια. Λόγω της βροχής και της λάσπης, ειδικά στην περιοχή του Φαλήρου, τα νερά σκέπαζαν τις γραμμές και οι μηχανικοί σταματούσαν τα δρομολόγια. Τότε ο κόσμος έμενε μέσα στα βαγόνια περιμένοντας να σταματήσει η βροχή. Αλλά και πάλι τα τραίνα δεν ξεκινούσαν καθώς η γραμμή συνέχιζε να είναι βυθισμένη στο νερό. Τότε ως δια μαγείας εμφανίζονταν οι αραμπάδες  (ιπποκινούμενες άμαξες) που γνώριζαν τις αδυναμίες του τραίνου, και άρπαζαν την ευκαιρία, χρεώνοντας τα διπλάσια.
Τα ευτράπελα τα πρώτα χρόνια του Σιδηρόδρομου Θησείου – Πειραιώς ήταν πολλά, όπως και η συμβολή του στην ανάπτυξη ενός μεγάλου μέρους της Αττικής.  Συμπληρωματικά ανάμεσα στα τόσα που θα μπορούσαν να γραφούν,  αξίζει να αναφερθεί πως κατά παραγγελία των Σιδηροδρόμων Αθηνών – Πειραιώς, δόθηκε παραγγελία στα ναυπηγεία Βασιλειάδη όπου κατασκευάστηκε η πρώτη ελληνική ατμομηχανή με το όνομα “ΕΛΛΗΝΙΣ”. Η ατμομηχανή αυτή χρησιμοποιήθηκε αργότερα για την  κίνηση του Θηρίου της Κηφισιάς. Χάρη στο Σιδηρόδρομο Αθηνών – Πειραιώς νέες περιοχές γεννήθηκαν όπως το Νέο Φάληρο, ενώ σε αυτόν οφείλεται κατά μεγάλο μέρος ο οφειλόμενος έπαινος, για την ώθηση  που έδωσε στα θαλάσσια λουτρά, στα θερινά θέατρα και στην  ανάπτυξη της πολιτιστικής ζωής της Αττικής.

Recommended For You