Με τον «Σιδηρούν Δούκα» για τα Παλούκια. Οι θαλάσσιες κυριακάτικες εκδρομές των προγόνων μας …

Καθιερώθησαν, εθεσπίσθησαν αι θαλάσσιαι εκδρομαί της Κυριακής. Εάν αμφιβάλλετε δεν έχετε παρά να κατέλθετε μια Κυριακή πρωί εις τον Πειραιά και θα βεβαιωθήτε ασφαλώς περί των λεγομένων μου. Υπάρχει μάλιστα και κίνδυνος μέσα εις τον ίλιγγον της κινήσεως ή καλλίτερας της εκκινήσεως της ομαδικής, ενώπιον της οποίας θα ευρεθήτε, να εμπλακήτε και να παρασυρθήτε από καμμιά συντροφιά εις ακουσίαν εκδρομήν εις μίαν από τας πολλάς εσχάτως εκμαιευθείσας λουτροπόλεις!

Το πρωινό αχνογάλαζο σύθαμπο που έχει ανάγκη μόνον από το σεκοντάρισμα του μουσικώτατου νανουρίσματος του κύματος ταράσσουν βάρβαρα, εξωφρενικά, νέο-ελληνοπρεπέστατα αι φωναί, τα ουρλιάσματα, τα χαριτολογήματα, οι διαπληκτισμοί, αι φιλοφρονήσεις! των βαρκάρηδων, των αχθοφόρων, των εφοπλιστών, διότι πας κάτοχος μαούνας μετετράπη εις εφοπλιστής των επιβατών, των λούστρων, των κουλουρτζήδων, των νεροπωλητών, διότι φευ και τοιούτοι υπάρχουν, και όλων των πρωινών του Πειραιώς αυτών ταγμάτων, τα οποία νομίζετε ότι διέφυγον τας αιθούσας φρενοκομείου και μεταβλήθησαν εν ακαρεί εις εμβριθείς επηχειρηματίας μεγάλων υποθέσεων.

Βαρκούλες φρέσκες, πεταχτές, μεταφέρουν κυρίες σοβαρές, ντυμένες με σκούρα και συνοδευόμενες από κανένα περισπούδαστον κύριον, η τσάκισις του πανταλονιού του οποίου αποτελεί υψίστην φροντίδα. Βάρκες, βαρκάκια, ψαροπούλες, καΐκια, μπρίκια ενετικής εποχής, μπρατσέρες, ατμάκατοι, κατά λάθος ατμόπλοια, φορτηγίδες και όλα τα πλεούμενα κατά Καρκαβίτσαν, έχουν μεταβληθή ως δια μαγείας εις ηλεκτροφώτιστα ταχύπλοα, πολυτελείας ατμόπλοια, πανέτοιμα δια να μεταφέρουν τους ανυπομονούντας εκδρομείς εις τα παραθαλάσσια προάστεια. Εδώ φεύγομεν κύριος για τη Σαλαμίνα. Άλλος για την Αίγινα. Εδώ ο «Σιδηρούς Δουξ» φεύγη για τα Παλούκια». «Σιδηρούς Δουξ» τιτλοφορείται βενζίνη μεταφέρουσα όλας τα ημέρας της εβδομάδος ψάρια με ταχύτητα μιλλίου και την Κυριακήν εκδρομείς Αθηναίους. -Άλλος για το «Λαύριο» μου φωνάζει ένας γερο-θαλασσόλυκος με φωνή «Σαλιάπιν». Φεύγομεν κύριος με το εξπρές .

Μέσα εις αυτό το πανδαιμόνιον, εις τη κοσμοχαλασιά, εις την πλημμύραν αυτήν του ανθρωποσυνωστισμού, βρίσκεται ξαφνικά ο υποφαινόμενος, γνήσιος Χριστιανός Ορθόδοξος, μη μεμυημένος εις την κατάστασιν αυτήν, ούτε από θεωρητικής καν απόψεως. Κινούμαι ώσπερ αερόστατον προσβληθέν αιφνιδίως υπό αγρίας τραμουντάνας και προσπαθώ να ανακαλύψω τους συνεκδρομείς μου, αναπτύσσων την όρασίν μου και ιχνηλατών ώσπερ λαγωνικόν τα πάντα.

Η συντροφιά όμως ουδαμού αποκαλύπτεται. Βαρκούλες φρέσκες, πεταχτές, μεταφέρουν κυρίες σοβαρές, ντυμένες με σκούρα και συνοδευόμενες από κανένα περισπούδαστον κύριον, η τσάκισις του πανταλονιού του οποίου αποτελεί υψίστην φροντίδα. Δεσποινίδες σαν ελαφροκίνητα ζαρκάδια με καλαθάκια, τσαντούλες, πολύχρωμα καπελίνα και κομψούς καβαλιέρους, με κούκους εκδρομής και τα απαραίτητα κονιάκ. Την οικογένειαν αποτελουμένην από την μαμά άγουσαν αισίως τον εξηκοστόν, επιθυμούσα όμως να φαίνεται μόλις 35, τον πατέρα ένα αφρικανόν ιπποπόταμον, ο οποίος στενάζει σαν παλαιόν δημαρχιακόν κάρρον, από το φορτίον των καλαθιών, των κουβερτών και όλων των συνέργων της εκδρομής και έτερους δώδεκα γόνους θήλεις και άρρενας πάσης ηλικίας, οι οποίοι αλληλοκρατούμενοι αποτελούν στίχον ουχί ευκαταφρόνητον. Παιδάκια αγουροξυπνημένα, κλαίνε, φωνάζουν, διαμαρτύρονται, ξεφωνίζουν.

Σκυλάκια, γατάκια, γαυγίζουν, νιαουρίζουν μελοδραματικώς, δίποδα διαπληκτίζονται, σφυρίχτρες ορύονται, ατμόπλοια εξατμίζουν, κλάξον σκούζουν, πριμάτσες τρίζουν, τα άρμενα τινάζονται και απλώνουν τους όγκους των σαν τεράστιοι λευκοί γλάροι, μηχανές δοκιμάζονται, έλικες κάνουν μερικές στροφές και σκορπούν μερικές λευκές τούφες αφρών και εν γένει νομίζετε ότι ευρίσκεσθε προ γενικής του σύμπαντος εξεγέρσεως ή των προμηνυμάτων της συντέλειας του αιώνος. Επιχειρήσατε λοιπόν τώρα να ανακαλύψετε την συντροφιάν σας εις αυτό το «ήρεμον» περιβάλλον.

Περιττόν να σας είπω, ότι δεν εξευρέθη και απεφάσισα δια να απαλλαγώ από την κόλασιν αυτήν να ακολουθήσω δύο άλλους φίλους, απωλέσαντας τα έτερά των ήμισυ λόγω της τελευταίας επεμβάσεως του μπαμπά μεταβαίνοντας δια Καματερό. Η απελπισία και η απόγνωσις είχε επιθέσει ζωηρότατα την σφραγίδα της εις τα πρόσωπά των… ». («Ελεύθερος Λόγος» 1924) Για περισσότερα νοσταλγικά βλέπε Παλιά Αθήνα

Πηγή: www.lifo.gr

Recommended For You