Γιατί οι υπερήρωες δεν μετατρέπονται σε δυνάστες; – Μια ασυνήθιστη ματιά στο Φαντασιακό της Παιδείας

Η παιδεία ως διαδικασία αντιστοιχεί σε ψυχική αναδιαμόρφωση (σε reconfiguration, για να το πούμε σε μια γλώσσα πιο κοντινή στους καιρούς) της πρώτης ύλης –του παιδιού– που έρχεται και προτίθεται να προχωρήσει στον δρόμο της ζωής μέσα από τον κόσμο των μεγάλων. Θα προσπαθήσω λοιπόν να εικονογραφήσω μια απλή σκέψη, που είναι η εξής:

Για να φτιάξουμε μια νέα παιδεία, μια νέα πραγματικότητα για την παιδεία, έναν νέο λόγο για την παιδεία, χρειάζεται να έχουμε και μια νέα παράσταση για την παιδεία. Με άλλα λόγια, χρειάζεται να αναδιατυπωθεί αυτό που μπορούμε να αποκαλέσουμε το Φαντασιακό της Παιδείας. Ο τρόπος, δηλαδή, με τον οποίον άτομα, συλλογικότητες και κοινωνία καθρεφτίζονται μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία, την εκπαιδευτική εμπειρία, επενδύοντας εκεί ψυχή, πόρους, φόβους, αρνήσεις και προσδοκίες κλπ.

Αυτό το ζητούμενο δεν αναδύεται εν κενώ. Υπάρχει ήδη ένα Φαντασιακό της παιδείας, το οποίο μπορούμε να το αποτυπώσουμε με χίλιους τρόπους σαν κάτι που σίγουρα μπορεί να γίνει καλύτερο.

Θεωρώ ότι μια τέτοια μάχη για το Φαντασιακό της Παιδείας είναι αναγκαία –παράλληλα με ένα στρατηγικό σχέδιο και με την άριστη αξιοποίηση των ελάχιστων υλικών πόρων και των άφθονων ψυχοδιανοητικών πόρων που διαθέτει αυτή η χώρα. Θα εικονογραφήσω λοιπόν τη βασική ιδέα αυτής της μάχης μέσα από ένα παράδειγμα. Το παράδειγμά μου θα είναι πολύ πιο προσιτό στα νέα μυαλά, αυτά που έχουν μεγαλύτερη εξοικείωση με το Φαντασιακό των μαθητών. Οι μεγάλοι θα μπορούσαν ίσως να παρακολουθήσουν καλύτερα την ανάλυσή μου ρωτώντας τα παιδιά τους για όσα δεν καταλάβουν. Σίγουρα έχουν κάτι να κερδίσουν.

Θα διερευνήσω λοιπόν το ερώτημα: «Γιατί οι υπερήρωες δεν μετατρέπονται σε δυνάστες;». Το ερώτημά μου έχει –το λέω εκ προοιμίου– μεγάλο αντίκρισμα στη ζωή του σχολείου. (Στη συνέχεια θα δούμε με ποιον τρόπο.)

Η ερώτηση αναδιατυπώνεται πιο γλαφυρά ως εξής: «Γιατί ο Batman, που έχει τόσο μεγάλες δυνατότητες, δεν καταφέρνει και δεν επιδιώκει καν να γίνει το αφεντικό της Gotham City; Γιατί ο Superman δεν γίνεται ο κυρίαρχος της Γης; Γιατί ο Frodo, το χόμπιτ με το δαχτυλίδι της ισχύος, δεν θέλει να γίνει ο κυρίαρχος του σύμπαντος, αλλά πολεμάει εναντίον της μετατροπής αυτού του προνομίου ισχύος σε δυνάστευση των άλλων ανθρώπων; Γιατί η Ερμιόνη στον Harry Potter δε χρησιμοποιεί τα μαγικά της προκειμένου να βγαίνει πρώτη και καλύτερη, να επιτύχει κοινωνικά και ξεκούραστα, οικονομικά και να βρει κι ένα καλό παιδί, που λέει ο λόγος, και να κάνει τη δουλειά της ωραία; Γιατί τα χελωνονιντζάκια με τόση δεινότητα που διαθέτουν δεν γίνονται οι πιο επιτυχημένοι στην ιστορία ληστές πιτσαρίας;».

Αυτά είναι πραγματικά ερωτήματα που τα ζούμε μέσα στον χώρο του σχολείου με τον εξής απλό τρόπο: Αν στον χώρο του σχολείου και των φοιτητών (δεν τους εξαιρώ γιατί κουβαλάμε όλοι μας κάτι από τη μαγεία της εφηβείας μας ακόμη και όταν είμαστε φοιτητές) –αν λοιπόν έθετε κανείς το ερώτημα «Τι θα έκανες αν είχες υπερδυνάμεις σαν τον Superman, τον Frodo, την Ερμιόνη κλπ;», μπορούμε να προβλέψουμε από τώρα ποιες θα ήταν οι απαντήσεις: Ελάχιστοι θα λέγανε «Θα έκανα κακό στους άλλους ή αθέμιτο καλό σε μένα». Αρκετοί προς λίγοι θα λέγανε «Θα κοίταζα να επωφεληθώ όσο καλύτερα μπορώ». Οι πιο πολλοί θα λέγανε «Θα έκανα καλό σε όλους». Κατά πάσα πιθανότητα, δηλαδή, οι ερωτώμενοι θα εκδήλωναν ένα κομμάτι από το θησαυρό του καλού που υπάρχει μέσα στον κόσμο των παιδιών, μέσα στην ψυχή των μαθητών και –το τονίζω–των φοιτητών (οι οποίοι δεν είναι τόσο μακριά από τον Superman όσο ίσως φανταζόμαστε). Και όμως, δεν αξιοποιούμε αυτόν τον θησαυρό, αυτό το δυναμικό του καλού, με τον πιο κατάλληλο τρόπο.

Πράγματι, αυτό το δυναμικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή να αξιοποιηθεί με πολύ εποικοδομητικό αποτέλεσμα και με ελάχιστα μέσα, αρκεί να χρησιμοποιήσουμε εξυπνάδα και αναφορά σε αυτό που ήδη ενυπάρχει στο Φαντασιακό των παιδιών –τον θησαυρό του καλού που υπάρχει μέσα στα παιδιά.

Ειδικότερα αυτή η αλληγορία –το ότι οι υπερήρωες με τόσο τρομερό εξοπλισμό δεν επωφελούνται ατομικά εις βάρος των άλλων, αλλά νοιάζονται για το κοινό καλό– δεν είναι καθόλου μακριά από το βαθύτερο ιδεώδες των παιδιών. Δείχνει μάλιστα και το εξής: Οι ασύμμετρες σχέσεις ισχύος, ομορφιάς, εξυπνάδας κλπ. δεν είναι αναγκαίο ή αναπόφευκτο να μετατραπούν σε σχέσεις εξουσιασμού, εκμετάλλευσης και καταδυνάστευσης των άλλων. Αυτό τα παιδιά το ξέρουν, γι’ αυτό και αγαπούν τόσο πολύ το εν λόγω σύμπαν –ας το πούμε με το όνομά του: το σύμπαν του ιπποτισμού.

Υπογραμμίζω εδώ ότι το όνομα αυτό  (“ιπποτισμός”) δεν είναι εισαγόμενο  ̶  ένα ξένο στοιχείο που το μπολιάζει ένας  ενήλικος στον λόγο των παιδιών. Αρκεί να θυμηθούμε (ή να μάθουμε, όσοι δεν το ξέραμε) ότι οι δύο τελευταίες ταινίες με τον παραδειγματικό υπερήρωα Μπάτμαν έχουν σαν τίτλο “Ο Σκοτεινός Ιππότης” (The Dark Knight, 2008) και  “Ο Σκοτεινός Ιππότης: Η Επιστροφή” (The Dark Knight Rises, 2012).  Δηλαδή, όχι μόνο η ιπποτική συμπεριφορά και η λογική του ιπποτισμού, αλλά και η ίδια η λέξη (το σημαίνον) “ιππότης” μεσουρανούν στο στερέωμα του παιδικού και εφηβικού (και όχι μόνο…) Φαντασιακού.

Αυτός λοιπόν είναι ο κόσμος που μαγεύει τα παιδιά και μέσα από τον οποίο προσπαθούν να διαμορφώσουν την ηθική τους υπόσταση. Όχι με βάση μια σειρά διδακτικές γενικολογίες έξωθεν και άνωθεν –αλλά μέσα από τη συγκεκριμένη εμπειρία της ευχαρίστησης και της αλήθειας που τους προσφέρει αυτός ο μυθικός κόσμος.

Λέω, λοιπόν, ότι, για παράδειγμα, ένα σημαντικό μέρος της αναδιαμόρφωσης του Φαντασιακού της παιδείας και των μαθητών σε πολύ μεγάλο βαθμό θα μπορούσε να γίνει μέσα από απλές παρεμβάσεις, που να έχουν όμως σύστημα και διάρκεια, πάνω ακριβώς στο μοτίβο του ιπποτισμού. Δηλαδή καλλιεργώντας το πολύ απλό «Καν’ το όπως ο Batman», «Καν’ το όπως η Ερμιόνη» κ.τ.ό. Αυτά που λέω φαίνονται πολύ ευχάριστα, αν και κάπως περίεργα. Και ταυτόχρονα είναι ένας θησαυρός που έχουμε στα χέρια μας. Τα παιδιά δε χρειάζεται απαραιτήτως να γίνουν καλύτερα. Τα παιδιά χρειάζονται ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο θα μπορέσουν να αναδείξουν την καλοσύνη και την αγάπη για το καλό που τα μαγεύει. Μια αγάπη μέσα στην οποία αναγνωρίζονται, ξοδεύουν το χαρτζιλίκι τους για να βιώσουν και να χαρούν αυτά που οι μεγάλοι καμιά φορά τα λέμε «βλακείες» –κάκιστα, επειδή αυτές οι αναφορές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως υπέροχο όπλο αναδιαμόρφωσης του Φαντασιακού.

Τα στοιχεία του ιπποτισμού λοιπόν υπάρχουν και μπορούν να λειτουργήσουν ως σημαντικός πυρήνας ενός νέου Φαντασιακού. Μιας νέας αντίληψης του κόσμου και του βίου –πέρα από την αγωνία του να πατήσω επί πτωμάτων για να ανέβω εγώ, και οι άλλοι ας πάνε στον διάβολο. Δηλαδή, είναι ένα ισχυρό αντίδοτο απέναντι στο ιδεολογικά κυρίαρχο σήμερα «κατά Διαβόλου ευαγγέλιο», το οποίο εντέλλεται «μισείτε αλλήλους» και μεταφράζεται σε φρικαλέες οδηγίες επιβίωσης του τύπου «καθένας για πάρτη του» και «φα’ τους για να μη σε φάνε».

Ας διευκρινίσουμε ότι το στοιχείο του ιπποτισμού έχει εκπροσώπους μέσα στον κόσμο των παιδιών τόσο  άρρενες όσο και θήλεις –γιατί καμιά φορά φανταζόμαστε τους ιππότες μόνο με την τενεκεδένια στολή και με κάτι μουστάκες από μέσα. Όμως αυτό δεν είναι απαραίτητο. Η Ερμιόνη είναι ιππότισσα, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του ιπποτισμού –δηλαδή τη γενναιότητα, την αβρότητα, τον σεβασμό στον αδύναμο, την υπεράσπιση του αδυνάμου –και όχι, για παράδειγμα, τη χρησιμοποίηση της δύναμής σου για να επιχειρήσεις και να υλοποιήσεις πράξεις bullying και κακοποίησης ή υπεροχής με αθέμιτα μέσα στον χώρο του σχολείου.

Να λοιπόν πώς ο ιπποτισμός είναι μια πραγματικότητα που μπορεί να αντιπαλέψει ένα μεγάλο κομμάτι της κακής ψυχικής ατμόσφαιρας και της δυσάρεστης πραγματικότητας που υπάρχει μέσα στα σχολεία. Αυτός, άρα, είναι ένας καλός τρόπος να εικονογραφήσουμε τι θα σήμαινε η μάχη για το Φαντασιακό της Παιδείας: Να αξιοποιήσουμε ακριβώς το πολύτιμο υλικό που υπάρχει ήδη μέσα στον ψυχικό κόσμο των παιδιών και τα μαγεύει. Όχι απλώς τα πείθει –τα μαγεύει και τα κινητοποιεί προκειμένου να φτιάξουν μια ευρύτερη, καλύτερη ιδέα για το πώς είναι το σχολείο, η παιδεία, η παιδική ηλικία, η μαθητική κατάσταση, η σχέση με τους άλλους κλπ.

Ο ιπποτισμός βασίζεται σε ένα απλό πράγμα –αυτό που λέμε «κώδικας τιμής». Δηλαδή κάποια πράγματα έχουν αξία και απαξία όχι γιατί μας τα επιβάλουν με εξωτερική τιμωρία και καταναγκασμό, αλλά γιατί από μέσα μας νιώθουμε ότι «έτσι θέλω να κάνω» και «έτσι νιώθω ότι δεν θέλω να κάνω με καμία δύναμη». Θεωρώ, λοιπόν, ότι αυτή θα μπορούσε να είναι μια ευρύτερη βάση για να συναφθεί ένα συμβόλαιο τιμής ανάμεσα στο σχολείο, τα παιδιά, την οικογένεια και ευρύτερα την κοινωνία, που θα έχει μια τέτοια ιδέα σαν κατευθυντήρια. Δηλαδή: να σέβεσαι τον άλλον· να φέρεσαι ιπποτικά· να υπερασπίζεις και να μην κακοποιείς τον αδύναμο· να μην κάνεις ποτέ στον άλλον ό,τι δεν θέλεις να κάνουν σε σένα… Τέτοια απλά πραγματάκια που δεν είναι μακριά απ’ αυτό που ήδη βασιλεύει στην ψυχή των παιδιών. Και μπορούν να λειτουργήσουν σαν κοινή πλατφόρμα για την αναβάθμιση τόσο της ψυχικής συγκρότησης των παιδιών όσο και του σχολικού κλίματος.

Ο εν λόγω κώδικας τιμής βασίζεται προφανώς στην έννοια τιμή. Όπως λέει και το λεξικό, η αίσθηση και η παράσταση της τιμής συναρτάται με την υπεράσπιση της προσωπικής αξιοπρέπειας. Μπορούμε λοιπόν, μέσα από πράγματα που υπάρχουν μέσα στην ψυχή και το μυαλό των παιδιών, να αναπτύξουμε σ’ αυτά την έννοια και την αίσθηση του ότι έχουν προσωπική αξιοπρέπεια. Αξιοπρέπεια την οποία αναγνωρίζουν όχι μόνο όταν πλήττεται γιατί κάποιος τους την κακοποιεί με το να μην τα σέβεται, με το να μην δίνει σημασία στην αξιοπρέπειά τους –πράγματα που είναι κοινός τόπος. Αλλά και όταν η αίσθηση της προσωπικής αξιοπρέπειας τα ωθεί να κάνουν πράγματα καλά για αυτά και για τους άλλους και να μην κάνουν πράγματα κακά για κανένα. Και κυρίως τα ωθεί να γίνουν υποκείμενα λόγου. Αυτό θα πει να σέβονται την προσωπικότητά τους και τη σκέψη τους, να την κάνουν λόγο και ο λόγος τους να τα δεσμεύει. Και με αυτόν τον τρόπο να μπορούν να συνάπτουν ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις που να έχουν αξία, όχι γιατί υπάρχει εξωτερικός καταναγκασμός αλλά γιατί μέσα από την ίδια την ψυχή τους βγαίνει η καλύτερη πλευρά τους.

Θεωρώ ότι αν τα παιδιά καταφέρουν, με τρόπους σαν αυτούς που σας ανέφερα, μέσα από την αναμόρφωση του Φαντασιακού να γίνουν υποκείμενα λόγου, η μάχη για την παιδεία, για μια νέα παιδεία, θα έχει κερδηθεί. Ίσως αξίζει λοιπόν να δοκιμάσουμε αυτούς τους τρόπους.

Πηγήsiderman

Recommended For You