ΜΙΝΙΟΝ: H ιστορία ενός θρύλου μιας άλλης εποχής

Η Ιστορία τού «Μινιόν» ταυτίζεται επί πολλές δεκαετίες με εκείνη της Αθήνας. Μεγάλωνε όσο μεγάλωνε κι η πόλη και ταυτόχρονα ήταν εκείνο που έφερνε κάθε λογής δώρο των νέων καιρών.
Το Μινιόν υπήρξε δημιούργημα ενός φτωχού χωριατόπαιδου, του Ιωάννη Γεωργακά.

Γεννημένος το 1913 σε χωριό της Ολυμπίας, από πάμφτωχη οικογένεια, ο Γεωργακάς στα 13 του καταφθάνει μόνος στην Αθήνα για να αναζητήσει καλύτερη τύχη. Τα επόμενα χρόνια θα εργαστεί στο μπακάλικο ενός θείου του, ως σερβιτόρος στην πλατεία Βάθης, σε πρατήριο τσιγάρων και ως τσιλιαδόρος ενός παπατζή.

Διψώντας, πάντως, για γνώση, γράφεται σε νυχτερινό σχολείο για εμποροϋπαλλήλους στη διάρκεια της ζωής του θα αποκτήσει δύο πανεπιστημιακά διπλώματα, ένα στα 45 και το άλλο στα 83 του χρόνια.

Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας αρχίζει να δουλεύει πλασιέ με το ποδήλατό του, προμηθεύοντας με μικροπράγματα τα περίπτερα.

Ο νεαρός θα γοητευτεί από ένα περίπτερο στα Χαυτεία, το Μινιόν (από το ομηρικό «μινύος» που σημαίνει πολύ μικρός), το οποίο διέφερε από τα υπόλοιπα, αφού διέθετε μια ευρεία γκάμα προϊόντων, όπως τσιγάρα, εφημερίδες, στυλό, γυαλιά, είδη καπνού και μια σειρά από χρηστικά μικροαντικείμενα. Κάπου εδώ ξεκινάει η επιχειρηματική δράση του Γεωργακά, ο οποίος πείθει τον ιδιοκτήτη του Μινιόν, Άγγελο Σεραφειμίδη, άρτι αφιχθέντα από την Αμερική, να συνεταιρισθούν.

Οι δύο συνεταίροι υιοθετούν πρωτοποριακές πρακτικές για να προσελκύσουν πελατεία.

Όπως χαρακτηριστικά έγραψε αρκετά αργότερα ο Γεωργακάς στην αυτοβιογραφία του: «Πουλούσαμε πακετάκια με δέκα λάμες, αντί να πουλάμε ένα ένα τα ξυραφάκια, σε καλές τιμές. Για τον κοσμάκη, αυτό ήταν μεγάλη οικονομία.

Φθάσαμε να πουλάμε χίλια πακετάκια τη μέρα!».

Σύντομα θα ανοίξουν ένα ακόμη περίπτερο και λίγο αργότερα το πρώτο τους κατάστημα, στα Χαυτεία.

Μετά τον πόλεμο, οι δύο συνεταίροι είναι πια έτοιμοι για το μεγάλο άλμα, ανοίγοντας το 1944 το Μινιόν, στην Πατησίων.

 Όμως ο Γεωργακάς θα μείνει μόνος, αφού ο Σεραφειμίδης αποχωρεί από την εταιρεία και αναχωρεί στην Αμερική. Αυτό, βέβαια, δεν θα πτοήσει τον φιλόδοξο επιχειρηματία, ο οποίος σύντομα θα ξεδιπλώσει το επιχειρηματικό του ταλέντο.

Παρά την εμφάνιση, ακριβώς απέναντι, του πρώτου ανταγωνιστή, του «Μπιζού», το οποίο αντιγράφει τις μεθόδους του Μινιόν, ο Γεωργακάς θα συνεχίσει απρόσκοπτα το έργο του. Ζητάει και παίρνει άδεια εξαγωγής ελληνικών και εισαγωγής ξένων προϊόντων, ενώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα αγοράσει ένα δεκαώροφο κτίριο, πάντα κοντά στην Ομόνοια, και λίγο μετά αγοράζει και το διπλανό του.

Η δικτατορία βρίσκει το Μινιόν να είναι το μεγαλύτερο κατάστημα της Αθήνας και με σημαντική κερδοφορία.

Όντας δημοκράτης, ο ιδρυτής του, τις ημέρες του Πολυτεχνείου, προσφέρει καταφύγιο σε δεκάδες φοιτητές που προσπαθούν να ξεφύγουν τη σύλληψη, δίνοντάς τους να φορέσουν ρούχα υπαλλήλων του καταστήματος.

Τη δεκαετία του ’70, το Μινιόν έχει πια μετατραπεί σε ένα τεράστιο σύγχρονο πολυκατάστημα, το ενδέκατο μεγαλύτερο σε μέγεθος σε όλη την Ευρώπη, με ετήσιες πωλήσεις που προσεγγίζουν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές.

Αναδεικνύεται σε σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας, όπου κάποιος θα μπορούσε να βρει σε προσιτές τιμές από καρφίτσες και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρονικά και αυτοκίνητα, ενώ αναμφίβολα καταφέρνει να συνδεθεί με τις ομορφότερες στιγμές στη ζωή των Αθηναίων

Το Μινιόν έμεινε στην ιστορία, έγινε σύμβολο των παιδικών μας χρόνων
Το Μινιόν για τους περισσότερους Αθηναίους άνω των 30 χρόνων δεν είναι απλά ένα πολυκατάστημα.

Το Μινιόν ήταν το πρώτο που έφερε την ιδέα του Άι Βασίλη που μοιράζει δώρα στα παιδιά. «Είχε έρθει μέσω της αεροπορικής TWA και, από το αεροδρόμιο μέχρι την είσοδό του στο κατάστημα, είχε οργανωθεί ολόκληρη πομπή.

Γινόταν χαλασμός… Είχανε πάρει, ειδική άδεια γι” αυτό, το άρμα του Άι Βασίλη, την παρέλαση μπροστά από το άρμα και τα πούλμαν με τα παιδάκια που το ακολουθούσαν.

Ο Άι Βασίλης μέσα από ένα convertible μοίραζε σοκολάτες» οι θεατρικές παραστάσεις και τα happenings του Μινιόν έχουν αφήσει εποχή.

Θυμάμαι το ψεύτικο ελέφαντα που κουνούσε τα αυτιά του,τότε φάνταζε τεράστιος σε σχέση με το ύψος μου, επίσης θυμάμαι και τους θρυλικούς Ντιουκς στημένοι σε μια πλατφόρμα με τον general lee να γυροφέρνει και τον θείο Τζέσυ δίπλα να χαιρετάει!

Ήθελα να τους αγγίξω αλλά είχε κάγκελα μπροστά και έτσι έμεινα με το παράπονο..

Ανεβαίνοντας με τις κυλιόμενες σκάλες έβλεπες κάθε όροφο ξεχωριστά,μεγαλώνοντας έκανα στάση και στα ηλεκτρικά και στο δισκοπωλείο.

Από εκεί είχα αγοράσει το πρώτο μου φορητό ραδιοκασετόφωνο και το πρώτο μου μουσικό άλμπουμ σε κασέτα το behaviour των pet shop boys αρχές του 90 στον τελευταίο όροφο είχε ένα μικρό pet shop μου άρεσε να χαζεύω τα ενυδρεία σε ένα στενό διάδρομό

«Δεν υπήρχε κωμικός της εποχής που να μην είχε περάσει από τον 6ο όροφο, εκεί που είχε στηθεί κι ένα μικρό θέατρο» Το Μινιόν ακόμη ήταν και το πρώτο νομίζω και το τελευταίο-που έκλεισε αποκλειστική συνεργασία με την The Walt Disney World και έφερε από το Ορλάντο τις αυθεντικές στολές Disney, σε μια εποχή που οι δασμοί έκαναν απαγορευτικό το κόστος μεταφοράς.

«Από τις ιστορίες της Disney, για παράδειγμα, δεν θα ξεχάσω την Χιονάτη και τους Επτά Νάνους, που ζωντάνευαν οι κινούμενες κούκλες, που φέρνανε από το εξωτερικό»

Εμείς, τα παιδιά που κάποτε τραβούσαμε τη μητέρα μας από το χέρι για να μας πάει στο Μινιόν, εμείς που ανοίξαμε διάπλατα στόμα και μάτια μπροστά στις βιτρίνες με τα ζωντανά παραμύθια, εμείς που στριμωχτήκαμε ανάμεσα σε δεκάδες συνομηλίκους μας για να δούμε το θεατρικό στον 6ο όροφο, εμείς που παίξαμε στις κυλιόμενες σκάλες του με την αίσθηση ότι παίζαμε σε ταινία επιστημονικής φαντασίας, εμείς όλοι δεν ξεχνάμε.

Και χρόνια μετά, μέσα στη δίνη της νέας ιντερνετικής εποχής, επιστρέφουμε ακόμη στο Μινιόν, για να κλέψουμε λίγη από τη χαμένη μαγεία, τη μαγεία των γιορτών.

Το Μινιόν ήταν το πρώτο κατάστημα στην Ελλάδα που: καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις.κατάργησε τα παζάρια, που ίσχυαν μέχρι τότε, και έβαλε καθορισμένες τιμές.
καθιέρωσε τη διαφήμιση στο ραδιόφωνο και αργότερα στην τηλεόραση.Εβαλε στα κτίριά του κυλιόμενες σκάλες, έβαλε air condition,έκανε χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Καθιέρωσε τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου, δημιούργησε σχολές πωλητών και στελεχών.Καθιέρωσε τα σεμινάρια προσωπικού, λειτούργησε εστιατόριο καφετέρια-μπαρ στους ορόφους του.
καθιέρωσε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στους χώρους του.

Δείτε μερικά τηλεοπτικά διαφημιστικά σπότ.
Η μεγάλη πυρκαγιά

Τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 1980 δύο ταυτόχρονες πυρκαϊές κατέστρεψαν δύο από τα ιστορικότερα πολυκαταστήματα της Αθήνας, «Μινιόν» και «Κατράντζος», εν μέσω της εορταστικής περιόδου.

Επρόκειτο για εμπρησμούς και αποδόθηκαν από τις αρχές σε τρομοκρατικές ενέργειες.

Στις 3:07 το πρωί της Παρασκευής αυτόπτες μάρτυρες και στα δύο πολυκαταστήματα άκουσαν εκρήξεις και δευτερόλεπτα μετά είδαν φλόγες να ξεπηδούν από τα δύο κτήρια.

Μέσα σε λίγα λεπτά έγιναν παρανάλωμα του πυρός, εξαιτίας των εύφλεκτων υλικών και της απουσίας χωρισμάτων στους ορόφους.

Η Πυροσβεστική, που έφθασε και στα δύο σημεία μισή ώρα αργότερα με 38 οχήματα και 170 άνδρες, είχε να επιτελέσει δύσκολο έργο. Κύριο μέλημά της ήταν να αποτρέψει την επέκταση της φωτιάς στα διπλανά κτίρια.

Επιτόπου κατέφθασε και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, που μίλησε για «μεγάλη καταστροφή».

Πριν από λίγες ώρες υπεράσπιζε στη Βουλή τον πρώτο και τελευταίο προϋπολογισμό της πρωθυπουργικής του θητείας. Βρισκόμαστε ήδη στον αστερισμό του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, που βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας.

Η φωτιά είχε τέτοια ένταση, που από το Μινιόν απέμεινε μόνο ο σκελετός, ενώ το κτίριο του Κατράντζου κατέρρευσε.

Οι ζημιές σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς της Πυροσβεστικής ανήλθαν σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές.

Ο δημιουργός και ψυχή του «Μινιόν» Γιάννης Γεωργακάς υπολόγισε μόνο σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές το εμπόρευμα που χάθηκε, ενώ, όπως δήλωσε, το κατάστημα ήταν ασφαλισμένο μόνο για 200 εκατομμύρια δραχμές.

Στις 22 Δεκεμβρίου ήλθε και η επιβεβαίωση της τρομοκρατικής ενέργειας.

Την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80», που ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ.

Στην προκήρυξή της, που ταχυδρομήθηκε στις εφημερίδες, δικαιολόγησε την επίθεση στα πολυκαταστήματα υποστηρίζοντας ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων.

Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».

Μέχρι σήμερα, οι δύο υποθέσεις εμπρησμών στα πολυκαταστήματα «Κατράντζος» και «Μινιόν», όπως και οι άλλες τέσσερις που ακολούθησαν, παραμένουν ανεξιχνίαστες και έχουν παραγραφεί δικαστικά.
Μετά την καταστροφή

Αρχίζει η… πολιορκία του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη, που υπόσχεται αμέριστη συμπαράσταση. Οι υπουργοί του όμως δεν δείχνουν τον ίδιο ενθουσιασμό και πάντα βρίσκουν έναν τρόπο να μπλοκάρουν τα δάνεια που χρειάζεται.

Ο Γεωργακάς έστω και υπερχρεωμένος, έχει αρχίσει να ξαναχτίζει το κατάστημα.

Ζητάει βοήθεια από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, Πρόεδρο τότε της Δημοκρατίας. «Θα τους το πω, αλλά δεν με ακούν», του ομολογεί εκείνος με παράπονο.

Λίγο πριν από τις εκλογές παίρνει ενίσχυση 70 εκατομμύρια δραχμές. Το 1981 η κυβέρνηση αλλάζει.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου τον δέχεται μία φορά, του υπόσχεται βοήθεια και λίγο αργότερα εγκρίνεται ένα δάνειο 100 εκατομμυρίων. Χρειάζονται όμως πολύ περισσότερα.

Τότε, ο εβδομηντάχρονος Γεωργακάς αρχίζει την καταδίωξη του Ανδρέα. Στη Βιέννη, όπου έχει βρεθεί για επίσημη επίσκεψη, στις διακοπές του στην Κέρκυρα, στο φουαγιέ του Χίλτον στο Τορόντο.

Ο Ανδρέας λέει στους υπουργούς που τον συνοδεύουν: «να φροντίσετε να λυθούν τα προβλήματα του “Μινιόν”».

Τελικά εντάσσουν το «Μινιόν» κατ’ εξαίρεση σε έναν νόμο για τις προβληματικές βιομηχανίες και το 1983 το κατάστημα περνάει στα χέρια του κράτους.

«Με άφησαν να το διοικώ όμως ως υπάλληλος τώρα του κράτους για εφτά ολόκληρα χρόνια! Ως υπάλληλος μέσα στο ίδιο μου το μαγαζί!».

Του κάνουν μάλιστα έλεγχο για τυχόν ατασθαλίες. Δεν βρίσκουν τίποτε, του ζητούν συγνώμη. Εκείνος συνεχίζει να ονειρεύεται.

Είναι ακόμη «υπάλληλος», το 1991 όμως καταφέρνει να συγκεντρώνει το ποσό που χρειάζεται, εξαγοράζει το «Μινιόν» και το παίρνει πίσω!!!

Το ανακοινώνει ζωντανά από τα μεγάφωνα του καταστήματος. Μένει για έναν χρόνο ακόμη και το 1992 το αφήνει στους συνεταίρους του.

Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι το Μινιόν δεν θα αντέξει πολύ ακόμη θα κλείσει το 1998. Ποτέ μη λες ποτέ όμως.

Ο Γιάννης Γεωργακάς έφυγε το 2002 στα 90 του,αλλά αν το Μινιόν ανοίξει ξανά, δεν μπορεί, θα είναι κάπου εκεί. Ισως δίπλα σε μια αόρατη Κράισλερ του ’60, με τον Αϊ-Βασίλη στο τιμόνι, να μοιράζει σοκολάτες στα παιδιά στην οδό Πατησίων…..

Recommended For You