Απεργίες, ξύλο και αίμα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στα χρόνια του Μεσοπολέμου ( Δεκέμβριος 1929 – Ιανουάριος 1930)

Αμέσως μετά την Μικρασιατική καταστροφή, την περίοδο 1922-1926, υπήρξε μια κατακόρυφη αύξηση στους φοιτητές των πανεπιστημιακών σχολών, ιδιαίτερα της Νομικής καθώς το κράτος παρείχε σημαντικές διευκολύνσεις σε άπορους στρατιώτες και πρόσφυγες προσφέροντας τους την ευκαιρία εισαγωγής αλλά και περιορισμένη οικονομική βοήθεια για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.

Οι συνθήκες φοίτησης ήταν απαγορευτικές για τους φοιτητές που προέρχονταν από φτωχές οικογένειες καθώς κατέβαλλαν πολύ υψηλά δίδακτρα, όφειλαν να αγοράζουν εξ ιδίων ακριβά πανεπιστημιακά συγγράμματα, ενώ επίσης για τους φοιτητές από την επαρχία υπήρχε το πρόσθετο κόστος της στέγασης αφού δεν υπήρχαν ακόμη φοιτητικές εστίες. Έτσι, στην Ελλάδα της φτώχειας και της προσφυγιάς, υπήρχαν πολλές περιπτώσεις φοιτητών που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στέγης και σίτισης. Είναι επίσης γεγονός ότι η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού εισακτέων χωρίς αξιολόγηση, είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της ποιοτικής στάθμης των σπουδαζόντων, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια εντύπωση στην κοινή γνώμη ότι παράγονται περισσότεροι πτυχιούχοι από όσοι χρειάζονται, ως επί το πλείστον ημιμαθείς, ενώ η πληθώρα πτυχιούχων δυσκόλευε και την επαγγελματική τους αποκατάσταση.

Κωνσταντίνος Γόντικας

Τις απόψεις αυτές συμμεριζόταν και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος το καλοκαίρι του 1929 έδωσε οδηγία στον υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Γόντικα να επεξεργαστεί ένα διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας των πανεπιστημίων που θα βελτίωνε το επίπεδο της φοίτησης με άμεσο συνεπακόλουθο την μείωση των επιτυχόντων πτυχιούχων που θα ήταν προφανώς οι καλύτερα καταρτισμένοι. Ο Γόντικας επεξεργάστηκε μαζί με τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Θεόφιλο Βορέα μια σειρά από κανόνες που επί της ουσίας ανέτρεπαν όλες τις ευνοϊκές διαδικασίες φοίτησης που είχαν καθιερωθεί τα προηγούμενα χρόνια. Συγκεκριμένα μείωνε τις εξεταστικές από τρεις σε δύο, καταργούσε την επανεξέταση των αποτυχόντων που ουσιαστικά έχαναν το μάθημα και μείωνε το χρονικό περιθώριο που είχαν οι φοιτητές για να εγγραφούν στο επόμενο εξάμηνο. Ήδη στο πανεπιστήμιο υπήρχε μια τεταμένη ατμόσφαιρα καθώς μετά την καθιέρωση του “Ιδιώνυμου” είχαν αποβληθεί τέσσερις αριστεροί φοιτητές.

 Το νέο πλαίσιο λειτουργίας των πανεπιστημίων, όπως ήταν επόμενο, εξαγρίωσε τους φοιτητές, των οποίων το γενικό συντονιστικό όργανο κήρυξε γενική συνέλευση για το πρωινό της 27ης Νοεμβρίου στο θέατρο “Τριανόν”. Η προσέλευση ήταν καθολική, καθώς το νέο πλαίσιο λειτουργίας μείωνε δραστικά τις δυνατότητες αποφοίτησης. Μετά από συνεννοήσεις στην συνέλευση σύνταξαν ένα υπόμνημα με τα αιτήματα τους που ουσιαστικά ήταν η κατάργηση των νέων κανόνων λειτουργίας, μαζί με την πρόσθετη υποχρέωση της πρυτανείας να συμβουλεύεται τους φοιτητές στο μέλλον πριν προβεί σε οποιαδήποτε απόφαση που αφορά την λειτουργία του Πανεπιστημίου, όρος αρκετά απαιτητικός για τα δεδομένα της εποχής. Αμέσως μετά όλοι οι φοιτητές εν πομπή κατευθύνθηκαν στο κτήριο της πρυτανείας όπου επέδωσαν το υπόμνημα στον Πρύτανη. Στην συνέχεια, επισκέφθηκαν το γραφείο του Πρωθυπουργού Βενιζέλου όπου τους δέχθηκε ο ιδιαίτερος γραμματέας του ο οποίος τους παρέπεμψε στον υφυπουργό Παπαδάτο. Οι φοιτητές δεν έμειναν ευχαριστημένοι και φωνάζοντας συνθήματα κατά της Πρυτανείας και της κυβέρνησης βρέθηκαν έξω από το ξενοδοχείο “Πτι παλαί” στην Κηφισίας τόπο διαμονής του πρωθυπουργού, όπου εκ νέου τους ενημέρωσαν ότι ο Βενιζέλος έλειπε. Τότε κυκλοφόρησε μια φήμη στις τάξεις τους ότι ο Βενιζέλος ήταν στο ξενοδοχείο αλλά δεν ήθελε να τους συναντήσει, με τους φοιτητές να κινούνται απαιλητικά προς την είσοδο του ξενοδοχείου κρατώντας τούβλα και πέτρες. Ακολούθησε μια αληθινή σύρραξη μεταξύ φοιτητών και χωροφυλακής με την επέμβαση πυροσβεστικών αντλιών με δεκάδες τραυματισμούς εκατέρωθεν. Οι χωροφύλακες έκαναν χρήση των κλόμπς ενώ οι φοιτητές επιδόθηκαν σε πετροπόλεμο με αποτέλεσμα να τραυματιστούν τουλάχιστον 15 χωροφύλακες, ενώ συνελήφθησαν 30 φοιτητές ως πρωταίτιοι των ταραχών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ασημάκης Πανσέληνος θυμάται τους φοιτητές να τραγουδούν εκείνες τις ημέρες το αυτοσχέδιο της στιγμής: «Πέρα εκεί στο Πτι Παλαί σπάσαν κεφαλαί φοιτητών πολλαί».
Μετά την αρνητική στάση της κυβέρνησης, οι φοιτητές κήρυξαν διαρκή αποχή και απεργία από τα μαθήματα, αλλά και η κυβέρνηση τήρησε εξ αρχής σκληρή στάση. Ο Βενιζέλος δήλωσε στον Τύπο ότι όταν έμαθε το περιεχόμενο του υπομνήματος έκρινε ότι δεν υπήρχε λόγος να συναντηθεί με εκπροσώπους τους καθώς δεν περιείχε τίποτε συγκεκριμένο. Ταυτόχρονα παρήγγειλε στον Γόντικα να μην υποχωρήσει αλλά να εξυγιάνει τον χώρο του Πανεπιστημίου. Οι φοιτητές απάντησαν κηρύσσοντας απεργία διαρκείας από τα μαθήματα, προειδοποιώντας τους απεργοσπάστες συναδέλφους τους με βία.
Την επομένη τα επεισόδια στο πανεπιστήμιο Αθηνών κλιμακώθηκαν καθώς οι φοιτητές κατέλαβαν το κτήριο της πρυτανείας και τα αμφιθέατρα παρεμποδίζοντας την προσέλευση των απεργοσπαστών φοιτητών αλλά και γιούχαραν τους καθηγητές που μπήκαν στις αίθουσες να διδάξουν. Σημειώθηκαν μικροεπεισόδια και φθορές υαλοπινάκων και η πρυτανεία ζήτησε την άμεση επέμβαση της αστυνομίας. Ισχυρές δυνάμεις της χωροφυλακής και της αστυνομίας εισήλθαν στους χώρους του πανεπιστημίου που είχαν καταλάβει οι φοιτητές και ακολούθησαν συμπλοκές και ξυλοδαρμοί. Πολύ σύντομα το πανεπιστήμιο εκκενώθηκε από τους καταληψίες, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στον περίβολο του πανεπιστημίου όπου δέχθηκαν νερό από τις πυροσβεστικές αντλίες. Κάποιοι φοιτητές προσπάθησαν με σουγιάδες να κόψουν τα λάστιχα των αντλιών, άλλοι πετούσαν πέτρες ενώ μέσα στο πανδαιμόνιο δέχθηκαν νέα επίθεση από χωροφύλακες που ήθελαν να τους διαλύσουν. Ακολούθησε καταδίωξη τους μέχρι και σε παρακείμενο νοσοκομείο όπου στο προαύλιο του οι χωροφύλακες έδειραν μέσα στο πανδαιμόνιο, ακόμη και άτομα από το προσωπικό του νοσοκομείου. Ανάμεσα στους δεκάδες συλληφθέντες ήταν και αρχισυντάκτης του “Ριζοσπάστη” (Ορφέας Οικονομίδης) που προέτρεπε τους φοιτητές να επιτεθούν στην αστυνομία.
Το αναγνωστήριο του πανεπιστημίου Αθηνών το 1930

Η πρυτανεία έστειλε ευχαριστήρια επιστολή προς την κυβέρνηση και την αστυνομία για την πολύτιμη βοήθεια τους και προανήγγειλε κλείσιμο του πανεπιστημίου για ένα έτος. Ο Βενιζέλος με μακροσκελέστατη επιστολή του στον “Εθνικό παμφοιτητικό σύλλογο” που δόθηκε στην δημοσιότητα καταλόγισε όλες τις ευθύνες των επεισοδίων στους φοιτητές, υπερασπίστηκε την αστυνομία η οποία απλώς επέβαλλε τον νόμο και προειδοποίησε τους φοιτητές ότι θα υποστούν τις κυρώσεις του νόμου. Η επιστολή ήταν γραμμένη σε έντονο και επιθετικό ύφος και το χάσμα μεταξύ κυβέρνησης – φοιτητών βάθαινε. Η πρυτανεία έκλεισε το πανεπιστήμιο για δύο εβδομάδες αλλά οι φοιτητές έμεναν αμετακίνητοι στην απόφαση για απεργία μέχρι οριστικής ικανοποίησης των αιτημάτων τους. Η κυβέρνηση και ο Βενιζέλος προσωπικά είχαν περιέλθει σε δύσκολη θέση καθώς η φοιτητική απεργία συνδυαζόταν με μεγάλες απεργίες των σιδηροδρομικών και άλλων δημοσίων υπαλλήλων. Εκτεταμένα δημοσιεύματα στον τύπο υπερασπίζονταν τους φοιτητές παρουσιάζοντας τις ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες των σπουδών, δημιουργώντας αρνητικές εντυπώσεις για την κυβέρνηση στην κοινή γνώμη.

Ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να συναντηθεί με εκπροσώπους των φοιτητών στις 6 Δεκεμβρίου στους οποίους υποσχέθηκε την μερική ικανοποίηση κάποιων αιτημάτων τους, ζητώντας όμως την άμεση λύση της απεργίας και απειλώντας τους ακόμη και με κατάληψη των πανεπιστημίων από τον στρατό σε περίπτωση που οι φοιτητές αποφάσιζαν να συνεχίσουν την απεργία. Οι φοιτητές όμως δεν υποχώρησαν και επήλθε οριστική ρήξη. Η αστυνομία, με δικαιολογία αποφυγής επεισοδίων, απαγόρευσε κάθε συγκέντρωση φοιτητών σε δημόσιους χώρους, ενώ οι συλληφθέντες φοιτητές ξεκίνησαν απεργία πείνας ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τις συνθήκες κράτησης τους και την κακομεταχείρηση τους από τους αστυνομικούς. Στις 13 Δεκεμβρίου έγινε απόπειρα να επαναληφθούν τα μαθήματα με την βοήθεια της αστυνομίας. Η προσέλευση των φοιτητών όμως ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, ενώ κάποιοι καθηγητές αρνήθηκαν να παραδώσουν μαθήματα καθώς στο ακροατήριο ήταν περισσότεροι χωροφύλακες από φοιτητές. Η αστυνομία φρουρούσε όχι μόνο το κτήριο του πανεπιστημίου αλλά και τους γύρω δρόμους μην επιτρέποντας οποιαδήποτε συνάθροιση φοιτητών. Η κυβέρνηση όμως είχε έρθει σε δύσκολη θέση καθώς ήταν φανερό ότι κάποια από τα αιτήματα των φοιτητών που είχαν σχέση με το κόστος φοίτησης, ήταν δίκαια. Έτσι, με πρόφαση την επανάληψη των μαθημάτων που έγινε, ο ίδιος ο Βενιζέλος συναντήθηκε με την πρυτανεία και δέχθηκε να δοθούν οικονομικές ελαφρύνσεις και διευκολύνσεις στα δίδακτρα, να μείνουν τρεις οι εξεταστικές και να αγοραστούν πολλά αντίτυπα των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων στο αναγνωστήριο ώστε οι φτωχότεροι φοιτητές να μην είναι αναγκασμένοι να τα αγοράζουν. Μετά από συνάντηση που είχε με τον Παπαναστασίου, δέχθηκε να απελευθερωθούν με εγγύηση πολλοί φοιτητές που κρατούνταν ακόμη στις φυλακές.

Οι φοιτητές όμως πιστεύοντας ότι είχαν το πάνω χέρι, δημοσίευσαν ψήφισμα στις 17 Δεκεμβρίου ζήτησαν γενική αμνηστία για όλους τους συλληφθέντες, να μην πληρωθούν εγγυήσεις από τους απελευθερωθέντες επειδή ήταν άποροι και να δοθεί έγγραφη διαβεβαίωση από την πρυτανεία ότι κανείς φοιτητής που πρωτοστάτησε στην απεργία δεν θα αποβαλλόταν. Στις φυλακές παρέμεναν ακόμη 31 φοιτητές κατηγορούμενοι για φθορές δημόσιας περιουσίας και επεισόδια. Η υποχώρηση της κυβέρνησης όμως, είχε προκαλέσει διχασμό στους φοιτητές καθώς οι περισσότεροι δεν ήθελαν να συνεχιστεί η αντιπαράθεση. Έτσι και αλλιώς το Πανεπιστήμιο έκλεινε για τις γιορτές, έτσι πολλοί φοιτητές επέστρεψαν στις οικογένειες τους στην επαρχία. Για τρεις εβδομάδες υπήρξε μια ύφεση στο ζήτημα που έμοιαζε ότι οδηγούσε και στην οριστική εκτόνωση του. Ο υπουργός Παιδείας Γόντικας παραιτήθηκε στις 2 Ιανουαρίου και αντικαταστάθηκε με τον Γεώργιο Παπανδρέου σε μια ακόμη κυβερνητική προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα με τους απεργούντες. Η πρυτανεία αποφάσισε την επανάληψη των μαθημάτων στις 9 Ιανουαρίου ελπίζοντας στην ομαλοποίηση της κατάστασης. Όμως στην ηγεσία των φοιτητών είχαν αναδειχθεί αριστερίζοντες που δυναμίτιζαν την κατάσταση και οδηγούσαν τα πράγματα σε σύγκρουση. Ο “Ριζοσπάστης” με δημοσιεύματα του προσπαθούσε να υποδαυλίσει την θέληση των φοιτητών για σύγκρουση, ενώ στην συγκέντρωση των φοιτητών στο θέατρο ΠΕΡΟΚΕ την προηγούμενη της έναρξης των μαθημάτων, ψηφίσματα συμπαράστασης στάλθηκαν από οργανώσεις εργατών σε όλη την Ελλάδα που υποστηρίζονταν από το ΚΚΕ.

Έτσι το πρωινό της 9ης Ιανουαρίου το πανεπιστήμιο έγινε εκ νέου πεδίο μάχης καθώς οι απεργούντες επιτέθηκαν και ξυλοκόπησαν αγρίως τους απεργοσπάστες που είχαν δεκάδες τραυματίες. Δεν άργησε να επέμβει η αστυνομία συλλαμβάνοντας απεργούς φοιτητές και καταλαμβάνοντας εκ νέου το κτήριο του πανεπιστημίου. Μετά τα νέα επεισόδια, ο Γεώργιος Παπανδρέου έδωσε νέες αυστηρότερες εντολές στην αστυνομία με την γενική κατεύθυνση ότι το κράτος του νόμου οφείλει να επιβληθεί υπό οποιοδήποτε κόστος.
Το πρωινό της 10ης Ιανουαρίου το πανεπιστήμιο είχε καταληφθεί πλήρως από την αστυνομία και την χωροφυλακή με τον Άγγελο Έβερτ να έχει το γενικό πρόσταγμα. Κάθε φοιτητής που προσερχόταν όφειλε να επιδείξει φοιτητική ταυτότητα, ενώ του γινόταν ενδελεχής σωματικός έλεγχος στην είσοδο. Η αστυνομία συνέλαβε 11 φοιτητές ως πρωταίτιους των σκηνών της 9ης Ιανουαρίου, ενώ διέλυσε κάθε συγκέντρωση ομάδων φοιτητών στην περιοχή των Χαυτείων που είχε οριστεί ως τόπος συνάντησης. Η προσέλευση φοιτητών στα μαθήματα ήταν χαμηλή καθώς οι περισσότεροι είχαν φοβηθεί από τις βιαιοπραγίες που είχαν προηγηθεί. Η πρυτανεία έβγαλε ανακοίνωση ζητώντας την προσέλευση των φοιτητών, υποσχόμενη απόλυτη ασφάλεια στους σπουδάζοντες. Από τις 11 Ιανουαρίου η κατάσταση ομαλοποιήθηκε πλήρως, αν και οι βασικοί ηγέτες της αντιπαράθεσης προσπαθούσαν να δώσουν συνέχεια. Ήταν όμως πλέον μια μικρή αριστερίζουσα μειοψηφία. Είναι ενδεικτικό ότι σε κάποια από τις συνελεύσεις τους που ακολούθησαν, οι συμμετέχοντες ξυλοκόπησαν άγρια αρχειομαρξιστές φοιτητές που εξέφραζαν διαφορετικές απόψεις για την πορεία των κινητοποιήσεων…
Συμπεράσματα
Ελευθέριος Βενιζέλος το 1930

Δεν τίθεται σε αμφισβήτηση το γεγονός ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση βρισκόταν σε καθοδική τροχιά στην Ελλάδα όταν ο Βενιζέλος ανέλαβε την διακυβέρνηση της Χώρας. Ο τρόπος όμως που η κυβέρνηση του προσπάθησε να θεραπεύσει τα προβλήματα επικεντρώθηκε σε λάθος προτεραιότητες. Δεν έγινε προσπάθεια να αναβαθμιστεί το πρόγραμμα σπουδών και να αυστηροποιηθούν οι εξετάσεις, αλλά απλώς να μπουν διαδικαστικά εμπόδια ώστε να μειωθεί ο αριθμός των πτυχιούχων. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι το υφιστάμενο σύστημα αδικούσε κατάφορα όσους δεν είχαν οικονομικές δυνατότητες και επί της ουσίας δεν πρόσφερε ίσες ευκαιρίες σε όλους τους σπουδαστές.

Από την άλλη βλέπουμε για μια ακόμη φορά ότι ο Βενιζέλος της τετραετίας 1928-1932 δεν έχει υπομονή με όσους έχουν αντίθετη άποψη με την δική του, καταφεύγει εύκολα στην αντιπαράθεση, ενώ δεν δεχόταν ακόμη και να ακούσει τους φοιτητές με τα αιτήματα τους. Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι το πανεπιστημιακό άσυλο όπως έχει καθιερωθεί στην μεταπολίτευση, ούτε που το είχαν ακουστά την περίοδο του Μεσοπολέμου και η επέμβαση της αστυνομίας εντός των χώρων του πανεπιστημίου σαν αστυνομική επιχείρηση δεν στηλιτεύεται ούτε καν από τον “Ριζοσπάστη”.

Το τελευταίο σημείο στο οποίο θα ήθελα να σας επιστήσω την προσοχή, είναι η ενορχηστρωμένη εκστρατεία κατά της κυβέρνησης Βενιζέλου από την πλειοψηφία των εφημερίδων (ακόμη και Βενιζελικών όπως ήταν παλαιότερα το “ΕΜΠΡΟΣ”. Όπως έχω γράψει και στην μοναδική μου μελέτη που έχει δημοσιευτεί, κατά την γνώμη μου δεν ήταν τυχαία αλλά ήταν προϊόν χρηματοδότησης και ενεργειών του παρασκηνίου. Στο ζήτημα αυτό το οποίο θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρον, έχω ήδη γράψει ένα σχετικό άρθρο και θα επανέλθω, πρώτα ο Θεός, και στο μέλλον.(υποσημείωση: ο τίτλος και οι διορθώσεις του άρθρου έγιναν από την αρχισυντάκτρια του ιστολογίου Γιάννα Λ.)

http://www.istorikathemata.com

Recommended For You